Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπορροή
ἀπόρροια
ἀπορροιβδέω
ἀπόρρους
ἀπορρυπαίνομαι
ἀπορρύπτομαι
ἀπόρρυσις
ἀπόρρυτος
ἀπορρώξ
ἀπορφανίζομαι
ἀπόρφυρος
ἀπορχέομαι
ἀποσαλεύω
ἀποσαφέω
ἀποσβέννῡμι
ἀποσείομαι
ἀποσεμνῡ́νω
ἀποσεύομαι
ἀποσημαίνω
ἀποσήπω
ἀποσιόω
View word page
ἀ-πόρφυρος
πόρφυροςονadjprivatv.prfx.,πορφύρᾱ of the Roman toga uiriliswithout purpleon its borderPlu.

ShortDef

without purple border

Debugging

Headword:
ἀπόρφυρος
Headword (normalized):
ἀπόρφυρος
Headword (normalized/stripped):
απορφυρος
IDX:
283
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-284
Key:
ἀπόρφυρος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-πόρφυρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ<hyph/>πόρφυρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety>privatv.prfx.,<Ref>πορφύρᾱ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the Roman <ital>toga uirilis</ital></Indic><Tr>without purple<Expl>on its border</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀπόρφυρος'}