Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὁμόφρων
ὁμοφυής
ὁμόφῡλος
ὁμοφωνέω
ὁμοφωνίᾱ
ὁμόφωνος
ὁμόχροια
ὁμόχρως
ὁμόψηφος
ὀμπετάννῡμι
ὄμπη
ὄμπνιος
ὀμφᾱ́
ὀμφακίᾱς
ὀμφαλητομίᾱ
ὀμφαλητόμος
ὀμφαλόεις
ὀμφαλός
ὀμφαλωτός
ὄμφαξ
ὀμφή
View word page
ὄμπη
ὄμπηηςfa kind of sacrificial cakeCall.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὄμπη
Headword (normalized):
ὄμπη
Headword (normalized/stripped):
ομπη
IDX:
28378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28379
Key:
ὄμπη

Data

{'headword_display': '<b>ὄμπη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὄμπη</HL><Infl>ης</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Def>a kind of sacrificial cake</Def><Au>Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὄμπη'}