Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὁμόσῑτοι
ὁμόσκευος
ὁμόσπλαγχνος
ὁμόσπονδος
ὁμόσπορος
ὄμοσσα
ὁμοστιχάω
ὁμόστολος
ὁμοσύζυγος
ὀμόσω
ὁμόταφος
ὁμοτέρμων
ὁμότεχνος
ὁμότῑμος
ὁμότοιχος
ὁμότονον
ὁμοτράπεζος
ὁμότροπος
ὁμότροφος
ὁμοῦ
ὀμοῦμαι
View word page
ὁμό-ταφος
ὁμόταφοςονadjτάφος1 of heroessharing a graveAeschin.

ShortDef

buried together

Debugging

Headword:
ὁμόταφος
Headword (normalized):
ὁμόταφος
Headword (normalized/stripped):
ομοταφος
IDX:
28351
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28352
Key:
ὁμόταφος

Data

{'headword_display': '<b>ὁμό-ταφος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὁμό<hyph/>ταφος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τάφος<Hm>1</Hm></Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>of heroes</Indic><Tr>sharing a grave</Tr><Au>Aeschin.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὁμόταφος'}