Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὁμόλογος
ὁμολογουμένως
Ὁμολωίδες
ὁμομαστῑγίᾱς
ὁμομήτριος
ὁμομήτωρ
ὁμονοέω
ὁμονοητικός
ὁμόνοια
ὁμόνομος
ὁμονόως
ὁμόομαι
ὁμοπαθέω
ὁμοπαθής
ὁμοπάτριος
ὁμοπάτωρ
ὁμοπλοέω
ὁμοπολέω
ὁμόπτερος
ὁμόπτολις
ὀμοργάζω
View word page
ὁμο-νόως
ὁμονόωςalso contr.ὁμόνωςadvνόος of one mind, in unityX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὁμονόως
Headword (normalized):
ὁμονόως
Headword (normalized/stripped):
ομονοως
IDX:
28320
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28321
Key:
ὁμονόως

Data

{'headword_display': '<b>ὁμο-νόως</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ὁμο<hyph/>νόως<VL><Lbl>also contr.</Lbl><FmHL>ὁμόνως</FmHL></VL></HL><PS>adv</PS><Ety><Ref>νόος</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>of one mind, in unity</Tr><Au>X.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ὁμονόως'}