Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὁμοίωσις
ὁμόκαποι
ὁμοκέλευθος
ὁμόκλᾱρος
ὀμοκλάω
ὀμοκλή
ὁμόκληρος
ὀμοκλητήρ
ὁμόκλῑνος
ὁμόκοιτις
ὁμόλεκτρος
ὁμολεχής
ὁμολογέω
ὁμολόγημα
ὁμολογίᾱ
ὁμόλογος
ὁμολογουμένως
Ὁμολωίδες
ὁμομαστῑγίᾱς
ὁμομήτριος
ὁμομήτωρ
View word page
ὁμό-λεκτρος
ὁμόλεκτροςονadjλέκτρον of a wifesharing the marriage bedE.of a mansharing one's wifew.gen.w. ZeusE.

ShortDef

sharing the same bed

Debugging

Headword:
ὁμόλεκτρος
Headword (normalized):
ὁμόλεκτρος
Headword (normalized/stripped):
ομολεκτρος
IDX:
28305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28306
Key:
ὁμόλεκτρος

Data

{'headword_display': '<b>ὁμό-λεκτρος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>ὁμό<hyph/>λεκτρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>λέκτρον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a wife</Indic><Tr>sharing the marriage bed</Tr><Au>E.</Au><aS2><Indic>of a man</Indic><Tr>sharing one's wife<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>w. Zeus</Expl></Tr><Au>E.</Au></aS2></aS1></AE>", 'key': 'ὁμόλεκτρος'}