Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὁμοδέμνιος
ὁμοδοξέω
ὁμοδοξίᾱ
ὁμόδουλος
ὁμοεθνής
ὁμοειδής
ὁμόζυξ
ὁμοήθης
ὁμοθάλαμος
ὁμόθεν
ὁμόθηρος
ὁμόθρονος
ὁμοθῡμαδόν
ὁμοίιος
ὁμοιοειδής
ὁμοιομέρεια
ὁμοιομερής
ὁμοιοπαθέω
ὁμοιοπαθής
ὁμοιοπρεπής
ὁμοιόπτωτος
View word page
ὁμό-θηρος
ὁμόθηροςουfθήρᾱ partner in the huntw. ArtemisCall.

ShortDef

partner in the chase

Debugging

Headword:
ὁμόθηρος
Headword (normalized):
ὁμόθηρος
Headword (normalized/stripped):
ομοθηρος
IDX:
28276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28277
Key:
ὁμόθηρος

Data

{'headword_display': '<b>ὁμό-θηρος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὁμό<hyph/>θηρος</HL><Infl>ου</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>θήρᾱ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>partner in the hunt<Expl>w. Artemis</Expl></Tr><Au>Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὁμόθηρος'}