Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αἰπολέω
αἰπολικός
αἰπόλιον
αἰπόλος
αἰπός
αἶπος
αἰπυμήτης
αἰπύνωτος
αἰπύς
αἶρα
αἱρέσιμος
αἵρεσις
αἱρετίζω
αἱρετιστής
αἱρετός
αἱρέω
Ἄῑρος
αἴρω
αἶσα
αἰσθάνομαι
αἴσθημα
View word page
αἱρέσιμος
αἱρέσιμοςη ονadjαἱρέω of a fortificationable to be capturedX.

ShortDef

that can be taken

Debugging

Headword:
αἱρέσιμος
Headword (normalized):
αἱρέσιμος
Headword (normalized/stripped):
αιρεσιμος
IDX:
2815
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2816
Key:
αἱρέσιμος

Data

{'headword_display': '<b>αἱρέσιμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αἱρέσιμος</HL><Infl>η ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>αἱρέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a fortification</Indic><Tr>able to be captured</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αἱρέσιμος'}