Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀκτακόσιοι
ὀκτάμηνος
ὀκτάπηχυς
ὀκταπλάσιος
ὀκτάπλεθρος
ὀκταπόδης
ὀκτάρρῡμος
ὀκτάς
ὀκτήρης
ὀκτώ
ὀκτωδάκτυλος
ὀκτωκαίδεκα
ὀκτωκαιδεκάδραχμος
ὀκτωκαιδέκατος
ὀκτωκαιδεκέτης
ὀκτώπους
ὀκχέω
ὀκχή
ὄκχος
ὅκως
ὀλαί
View word page
ὀκτω-δάκτυλος
ὀκτωδάκτυλοςονadj eight fingers longAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀκτωδάκτυλος
Headword (normalized):
ὀκτωδάκτυλος
Headword (normalized/stripped):
οκτωδακτυλος
IDX:
28056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28057
Key:
ὀκτωδάκτυλος

Data

{'headword_display': '<b>ὀκτω-δάκτυλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὀκτω<hyph/>δάκτυλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Tr>eight fingers long</Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὀκτωδάκτυλος'}