Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀιστοδέγμων
ὀιστοδόκη
οἰστός
οἰστός
οἰστράω
οἰστρήλατος
οἴστρημα
οἰστροδῑ́νητος
οἰστροδόνητος
οἰστροδόνος
οἰστρομανής
οἰστροπλήξ
οἶστρος
οἰστρώδης
οἴσυα
οἰσύινος
οἰσύπη
οἰσυπηρός
οἴσω
Οἴτη
οἶτος
View word page
οἰστρο-μανής
οἰστρομανήςέςadjμαίνομαι of the seatumultuously ragingTim.

ShortDef

mad from the gadfly's sting: raging

Debugging

Headword:
οἰστρομανής
Headword (normalized):
οἰστρομανής
Headword (normalized/stripped):
οιστρομανης
IDX:
27995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27996
Key:
οἰστρομανής

Data

{'headword_display': '<b>οἰστρο-μανής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>οἰστρο<hyph/>μανής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μαίνομαι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the sea</Indic><Tr>tumultuously raging</Tr><Au>Tim.</Au></aS1></AE>', 'key': 'οἰστρομανής'}