Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

οἰκοτριβής
οἰκότριψ
οἰκότως
οἰκουμένη
οἰκουρέω
οἰκούρημα
οἰκουρίᾱ
οἰκούρια
οἰκουρός
οἰκοφθορέω
οἰκοφθορίᾱ
οἰκοφθόρος
οἰκοφύλαξ
οἰκτείρω
οἰκτίζω
οἰκτῑρμός
οἰκτῑ́ρμων
οἰκτῑ́ρω
οἰκτίσματα
οἰκτισμός
οἴκτιστος
View word page
οἰκοφθορίᾱ
οἰκοφθορίᾱᾱςf destruction of livelihoodPl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
οἰκοφθορίᾱ
Headword (normalized):
οἰκοφθορίᾱ
Headword (normalized/stripped):
οικοφθορια
IDX:
27877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27878
Key:
οἰκοφθορίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>οἰκοφθορίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>οἰκοφθορίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>destruction of livelihood</Tr><Au>Pl.</Au> </nS1></NE>', 'key': 'οἰκοφθορίᾱ'}