Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αἰνοτόκεια
αἴνυμαι
αἴξ
ᾱ̓́ῑξ
ᾱ̓́ιξα
Αἰολεῖς
Αἰόλῃος
Αἰολίδαις
Αἰολίη
Αἰολίς
αἰόλισμα
Αἰολίων
αἰόλλω
αἰολοβρόντᾱς
αἰολόδειρος
αἰολοθώρηξ
αἰολομήτης
αἰολομίτρης
αἰολόπρυμνος
αἰολοπτέρυγος
αἰολόπωλος
View word page
αἰόλισμα
αἰόλισμαατοςnαἰόλος varied tonesmodulationw.gen.of the lyreS.Ichn.

ShortDef

varied tones

Debugging

Headword:
αἰόλισμα
Headword (normalized):
αἰόλισμα
Headword (normalized/stripped):
αιολισμα
IDX:
2785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2786
Key:
αἰόλισμα

Data

{'headword_display': '<b>αἰόλισμα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>αἰόλισμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>αἰόλος</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>varied tones</Def><Tr>modulation<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of the lyre</Expl></Tr><Au>S.<Wk>Ichn.</Wk></Au></nS1></NE>', 'key': 'αἰόλισμα'}