Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀγμεύω
ὄγμος
ὄγχνη
ὀδαγμός
ὁδαῖα
ὀδακτάζω
ὀδάξ
ὀδάξω
ὁδάω
ὅδε
ὀδελός
ὁδεύω
ὁδηγέω
ὁδηγός
ὁδῑ́
ὅδιος
ὅδισμα
ὁδῑ́της
ὀδμάομαι
ὀδμή
ὁδοιδόκος
View word page
ὀδελός
ὀδελόςdial.mseeὀβελός

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀδελός
Headword (normalized):
ὀδελός
Headword (normalized/stripped):
οδελος
IDX:
27714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27715
Key:
ὀδελός

Data

{'headword_display': '<b>ὀδελός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ὀδελός</HL><PS>dial.m</PS></HG><XR>see<Ref>ὀβελός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὀδελός'}