Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀβριμοδερκής
ὀβριμοεργός
ὀβριμόθῡμος
ὀβριμοπάτρᾱ
ὄβριμος
ὀβριμόσπορος
ὄβριχα
ὀγδοαῖος
ὀγδόατος
ὀγδοήκοντα
ὀγδοηκοντατάλαντος
ὀγδοηκοστός
ὄγδοος
ὀγδώκοντα
ὀγδωκονταέτης
ὅγε
Ὄγκᾱ
ὀγκάομαι
ὀγκηρός
ὄγκιον
ὄγκος
View word page
ὀγδοηκοντα-τάλαντος
ὀγδοηκοντατάλαντοςονadjτάλαντον of an estatevalued at eighty talentsLys.

ShortDef

possessed of eighty talents

Debugging

Headword:
ὀγδοηκοντατάλαντος
Headword (normalized):
ὀγδοηκοντατάλαντος
Headword (normalized/stripped):
ογδοηκονταταλαντος
IDX:
27689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27690
Key:
ὀγδοηκοντατάλαντος

Data

{'headword_display': '<b>ὀγδοηκοντα-τάλαντος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὀγδοηκοντα<hyph/>τάλαντος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τάλαντον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an estate</Indic><Tr>valued at eighty talents</Tr><Au>Lys.</Au> </aS1></AE>', 'key': 'ὀγδοηκοντατάλαντος'}