Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὤρεα
ὤρεσσι
ὤρετο
ὠρεύω
ὥρη
ὡρηφόρος
ὦρθεν
ὠρίζεσκον
ὡρικός
ὥριος
ὤριος
ὡρισμένος
Ὠρίων
ὤρνυον
ὤρνυτο
ὦρος
ὤρουσα
ὦρσα
ὦρτο
ὠρῡγή
ὠρῡθμός
View word page
ὤριος
ὤριοςdial.adjseeοὔριος

ShortDef

nightly
[lexical cite]

Debugging

Headword:
ὤριος
Headword (normalized):
ὤριος
Headword (normalized/stripped):
ωριος
IDX:
27594
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27595
Key:
ὤριος

Data

{'headword_display': '<b>ὤριος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ὤριος</HL><PS>dial.adj</PS></HG><XR>see<Ref>οὔριος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὤριος'}