Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὠμόσῑτος
ὠμοσπάρακτος
ὠμότης
ὠμοτόκος
ὠμοφάγος
ὠμόφρων
ὤν
ὦν
ὠνᾱ́θην
ὤνατο
ὦνδρες
ὥνεκα
ὠνέομαι
ὦνερ
ὠνή
ὠνήθην
ὠνητέος
ὠνητής
ὠνητιάω
ὠνητός
ὠνινάμην
View word page
ὦνδρες
ὦνδρες
voc.pl., w. crasis
see
ἀνήρ
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὦνδρες
Headword (normalized):
ὦνδρες
Headword (normalized/stripped):
ωνδρες
IDX:
27549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27550
Key:
ὦνδρες
Data
{'headword_display': '<b>ὦνδρες</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὦνδρες<LblR>voc.pl., w. crasis</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀνήρ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὦνδρες'}