Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αἱμύλος
αἵμων
αἵμων
αἷν
αἰναρέτης
Αἰνείᾱς
αἰνετός
αἰνέω
αἴνη
αἴνημι
αἰνητός
αἴνιγμα
αἰνιγματώδης
αἰνιγμός
αἰνίζομαι
αἰνικτηρίως
αἰνικτός
αἰνίσσομαι
αἰνόγαμος
αἰνογένειος
αἰνόδρυπτος
View word page
αἰνητός
αἰνητόςή όνadj praiseworthyPi.

ShortDef

deserving praise

Debugging

Headword:
αἰνητός
Headword (normalized):
αἰνητός
Headword (normalized/stripped):
αινητος
IDX:
2754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2755
Key:
αἰνητός

Data

{'headword_display': '<b>αἰνητός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αἰνητός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Tr>praiseworthy</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αἰνητός'}