Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αἱμόφυρτος
αἱμυλίᾱ
αἱμύλιος
αἱμυλομήτης
αἱμύλος
αἵμων
αἵμων
αἷν
αἰναρέτης
Αἰνείᾱς
αἰνετός
αἰνέω
αἴνη
αἴνημι
αἰνητός
αἴνιγμα
αἰνιγματώδης
αἰνιγμός
αἰνίζομαι
αἰνικτηρίως
αἰνικτός
View word page
αἰνετός
αἰνετόςή όνadjαἰνέω praiseworthyArist.

ShortDef

praiseworthy

Debugging

Headword:
αἰνετός
Headword (normalized):
αἰνετός
Headword (normalized/stripped):
αινετος
IDX:
2750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2751
Key:
αἰνετός

Data

{'headword_display': '<b>αἰνετός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αἰνετός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>αἰνέω</Ref></Ety></HG><aS1><Tr> praiseworthy</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αἰνετός'}