Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νυμφευτής
νυμφεύτρια
νυμφεύω
νύμφη
νυμφήιον
νυμφίδιος
νυμφικός
νυμφίος
νύμφιος
νυμφογέννητος
νυμφόκλαυτος
νυμφοκομέω
νυμφοκόμος
νυμφόληπτος
νυμφότῑμος
νυμφών
νῦν
νυν
νύξ
νύξα
νυός
View word page
νυμφό-κλαυτος
νυμφό-κλαυτοςονadjκλαυτός of an Erinysbringing tears to bridesA.

ShortDef

to be deplored by wives

Debugging

Headword:
νυμφόκλαυτος
Headword (normalized):
νυμφόκλαυτος
Headword (normalized/stripped):
νυμφοκλαυτος
IDX:
27402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27403
Key:
νυμφόκλαυτος

Data

{'headword_display': '<b>νυμφό-κλαυτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>νυμφό-κλαυτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κλαυτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an Erinys</Indic><Tr>bringing tears to brides</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'νυμφόκλαυτος'}