Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νυκτοθήρᾱς
νυκτομαχέω
νυκτομαχίᾱ
νυκτοπεριπλάνητος
νυκτοπορέω
νυκτοπορίᾱ
νυκτοφυλακέω
νυκτοφύλαξ
νυκτωπός
νύκτωρ
νύμφα
νυμφᾱγενής
νυμφᾱγέτᾱς
νυμφαγωγέω
νυμφαγωγίᾱ
νυμφαγωγός
νυμφαῖος
νυμφεῖον
νυμφεῖος
νυμφεύματα
νυμφευτήρια
View word page
νύμφα
νύμφαep.voc.νύμφᾱdial.fseeνύμφη

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νύμφα
Headword (normalized):
νύμφα
Headword (normalized/stripped):
νυμφα
IDX:
27381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27382
Key:
νύμφα

Data

{'headword_display': '<b>νύμφα</b>', 'content': '<XE><RefFm>νύμφα<LblR>ep.voc.</LblR></RefFm><HG><HL>νύμφᾱ</HL><PS>dial.f</PS></HG><XR>see<Ref>νύμφη</Ref></XR> </XE>', 'key': 'νύμφα'}