Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νουθετέω
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητικός
νουθετικός
νουμηνίᾱ
νουνέχεια
νουνεχής
νοῦς
νούσημα
νοῦσος
νυ
νῦ
νυγμή
νυγμός
νυκτεγερτέω
νυκτερείᾱ
νυκτερεύματα
νυκτερευτής
νυκτερευτικός
View word page
νούσημα
νούσημαIon.nseeνόσημα

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νούσημα
Headword (normalized):
νούσημα
Headword (normalized/stripped):
νουσημα
IDX:
27338
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27339
Key:
νούσημα

Data

{'headword_display': '<b>νούσημα</b>', 'content': '<XE><HG><HL>νούσημα</HL><PS>Ion.n</PS></HG><XR>see<Ref>νόσημα</Ref></XR> </XE>', 'key': 'νούσημα'}