Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νοσφισμός
νοσώδης
νοτερός
νοτέω
νοτίζω
νοτίη
νότιος
νοτίς
νότος
νουβυστικός
νουθεσίᾱ
νουθετέω
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητικός
νουθετικός
νουμηνίᾱ
νουνέχεια
νουνεχής
νοῦς
View word page
νουθεσίᾱ
νουθεσίᾱᾱςfνουθετέω instruction in right thinkingadmonition, adviceAr. Plu.sts.pl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νουθεσίᾱ
Headword (normalized):
νουθεσίᾱ
Headword (normalized/stripped):
νουθεσια
IDX:
27327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27328
Key:
νουθεσίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>νουθεσίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>νουθεσίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>νουθετέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>instruction in right thinking</Def><Tr>admonition, advice</Tr><Au>Ar. Plu.<LblR>sts.pl.</LblR></Au></nS1></NE>', 'key': 'νουθεσίᾱ'}