Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νοστέω
νόστιμος
νόστος
νόσφι(ν)
νοσφίζω
νοσφισμός
νοσώδης
νοτερός
νοτέω
νοτίζω
νοτίη
νότιος
νοτίς
νότος
νουβυστικός
νουθεσίᾱ
νουθετέω
νουθέτημα
νουθέτησις
νουθετητέος
νουθετητικός
View word page
νοτίη
νοτίηηςIon.f rain showerIl.

ShortDef

moisture

Debugging

Headword:
νοτίη
Headword (normalized):
νοτίη
Headword (normalized/stripped):
νοτιη
IDX:
27322
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27323
Key:
νοτίη

Data

{'headword_display': '<b>νοτίη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>νοτίη</HL><Infl>ης</Infl><PS>Ion.f</PS></HG> <nS1><Tr>rain shower</Tr><Au>Il.</Au></nS1></NE>', 'key': 'νοτίη'}