Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αἱματάω
αἱματηρός
αἱματηφόρος
αἱματίζω
αἱματόεις
αἱματολοιχός
αἱματοπώτης
αἱματορρόφος
αἱματόρρυτος
αἱματοσταγής
αἱματοσφαγής
αἱματόω
αἱματώδης
αἱματωπός
αἱματῶψ
αἰμίθεος
αἱμοβαφής
αἱμοβόρος
αἱμορραγής
αἱμόρραντος
αἱμορροέω
View word page
αἱματο-σφαγής
αἱματο-σφαγήςέςadjσφάζω of an offeringof the blood of slaughtered menA.

ShortDef

from bloody slaughter (LSJ supplement)

Debugging

Headword:
αἱματοσφαγής
Headword (normalized):
αἱματοσφαγής
Headword (normalized/stripped):
αιματοσφαγης
IDX:
2726
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2727
Key:
αἱματοσφαγής

Data

{'headword_display': '<b>αἱματο-σφαγής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αἱματο-σφαγής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σφάζω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an offering</Indic><Tr>of the blood of slaughtered men</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αἱματοσφαγής'}