Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νῆις
Νήισται
νηῑ́της
νηκερδής
νήκεροι
νήκεστον
νηκουστέω
νήκουστος
νηλεής
νηλείτιες
νηλεόποινος
Νηλεύς
Νηλεύς
νηλής
νήλιπος
νῆμα
νημερτής
νηνεμίᾱ
νήνεμος
νῆνις
νηοπόλος
View word page
νηλεό-ποινος
νηλεό-ποινοςονadjνηλεήςποινή of Erinyespunishing mercilesslyHes.

ShortDef

punishing without pity, ruthlessly punishing

Debugging

Headword:
νηλεόποινος
Headword (normalized):
νηλεόποινος
Headword (normalized/stripped):
νηλεοποινος
IDX:
27163
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27164
Key:
νηλεόποινος

Data

{'headword_display': '<b>νηλεό-ποινος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>νηλεό-ποινος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>νηλεής</Ref><Ref>ποινή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Erinyes</Indic><Tr>punishing mercilessly</Tr><Au>Hes.</Au></aS1></AE>', 'key': 'νηλεόποινος'}