Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

νεόκοτος
νεοκρᾱ́ς
νεόκροτος
νεόκτιστος
νεόκτιτος
νεόκτονος
νεολαίᾱ
νεόλεκτρος
νεόλλουτος
νέομαι
νεομηνίᾱ
νεοπαθής
νεοπενθής
νεόπλουτος
νεόπλυτος
νεόποκος
νεόπολις
νεοπολῑ́της
νεοπρεπής
νεόπρῑστος
Νεοπτόλεμος
View word page
νεομηνίᾱ
νεομηνίᾱdial.f νεομηνίηIon.fseeνουμηνίᾱ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νεομηνίᾱ
Headword (normalized):
νεομηνίᾱ
Headword (normalized/stripped):
νεομηνια
IDX:
27034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-27035
Key:
νεομηνίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>νεομηνίᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>νεομηνίᾱ</HL><PS>dial.f</PS></HG> <HG><HL>νεομηνίη</HL><PS>Ion.f</PS></HG><XR>see<Ref>νουμηνίᾱ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'νεομηνίᾱ'}