Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ναυκρᾱρίᾱ
ναυκρᾱρικός
ναύκρᾱρος
ναυκρατέες
ναυκρατέω
Ναύκρατις
ναυκράτωρ
ναῦλον
ναυλόομαι
ναυλοχέω
ναυλόχια
ναύλοχος
ναυμαχέω
ναυμαχησείω
ναυμαχίᾱ
ναύμαχος
ναῦος
ναυπηγέω
ναυπηγήσιμος
ναυπηγίᾱ
ναυπηγικός
View word page
ναυλόχια
ναυλόχιαωνn.pl anchoragesharboursPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ναυλόχια
Headword (normalized):
ναυλόχια
Headword (normalized/stripped):
ναυλοχια
IDX:
26859
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26860
Key:
ναυλόχια

Data

{'headword_display': '<b>ναυλόχια</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ναυλόχια</HL><Infl>ων</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Tr>anchorages<or/>harbours</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ναυλόχια'}