Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Αἰήτης
αἴητος
αἰθαλέος
αἰθαλίων
αἰθαλόεις
αἴθαλος
αἰθαλόω
αἴθε
ᾱ̓ίθεος
αἰθέριος
αἰθεροδρόμος
αἰθήρ
Αἰθίοπες
αἰθός
αἶθος
αἴθουσα
αἶθοψ
αἴθρᾱ
αἰθρηγενής
αἰθρίᾱ
αἰθριοκοιτέω
View word page
αἰθερο-δρόμος
αἰθερο-δρόμοςονadj of birdscoursing across the skyAr.

ShortDef

ether-skimming

Debugging

Headword:
αἰθεροδρόμος
Headword (normalized):
αἰθεροδρόμος
Headword (normalized/stripped):
αιθεροδρομος
IDX:
2684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2685
Key:
αἰθεροδρόμος

Data

{'headword_display': '<b>αἰθερο-δρόμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αἰθερο-δρόμος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of birds</Indic><Tr>coursing across the sky</Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αἰθεροδρόμος'}