Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μύλαξ
μύλη
μυλήφατος
μυλίᾱς
μῡλιάω
μυλικός
μύλλω
μυλοειδής
μύλος
μυλωθρέω
μυλωθρός
μυλών
μῡμῦ
μῡ́νη
μύξα
μυξωτῆρες
μυομαχίᾱ
μυοπάρων
μύουρος
μῡ́ραινα
μυρεψικός
View word page
μυλωθρός
μυλωθρόςοῦmreltd.μυλών mill-keepermillerD. Arist. Din.

ShortDef

a miller

Debugging

Headword:
μυλωθρός
Headword (normalized):
μυλωθρός
Headword (normalized/stripped):
μυλωθρος
IDX:
26663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26664
Key:
μυλωθρός

Data

{'headword_display': '<b>μυλωθρός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μυλωθρός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety>reltd.<Ref>μυλών</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>mill-keeper<or/>miller</Tr><Au>D. Arist. Din.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μυλωθρός'}