Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μουσικός
μουσίσδω
μουσόληπτος
μουσόμαντις
μουσομήτωρ
μουσόομαι
μουσοπαλαιολῡ́μᾱς
μουσοποιέω
μουσοποιός
μουσοπόλος
μουσουργός
μοχθέω
μοχθήματα
μοχθηρίᾱ
μοχθηρός
μοχθίζω
μόχθος
μοχλευτής
μοχλεύω
μοχλέω
μοχλός
View word page
μουσουργός
μουσουργόςοῦm.fἔργον maker of musicmusicianX. Plu.

ShortDef

cultivating music

Debugging

Headword:
μουσουργός
Headword (normalized):
μουσουργός
Headword (normalized/stripped):
μουσουργος
IDX:
26594
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26595
Key:
μουσουργός

Data

{'headword_display': '<b>μουσουργός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μουσουργός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m.f</PS><Ety><Ref>ἔργον</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>maker of music</Def><Tr>musician</Tr><Au>X. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μουσουργός'}