Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Μουσεῖος
Μουσηγέτης
μουσίζω
μουσικός
μουσίσδω
μουσόληπτος
μουσόμαντις
μουσομήτωρ
μουσόομαι
μουσοπαλαιολῡ́μᾱς
μουσοποιέω
μουσοποιός
μουσοπόλος
μουσουργός
μοχθέω
μοχθήματα
μοχθηρίᾱ
μοχθηρός
μοχθίζω
μόχθος
μοχλευτής
View word page
μουσοποιέω
μουσοποιέωcontr.vbμουσοποιός write poetry aboutsthg.Ar.

ShortDef

to write poetry: to sing of

Debugging

Headword:
μουσοποιέω
Headword (normalized):
μουσοποιέω
Headword (normalized/stripped):
μουσοποιεω
IDX:
26591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26592
Key:
μουσοποιέω

Data

{'headword_display': '<b>μουσοποιέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μουσοποιέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>μουσοποιός</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>write poetry about</Tr><Obj>sthg.<Au>Ar.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'μουσοποιέω'}