Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μοιχός
μοιχοτρόφος
μοιχώδης
μοκλός
μολγός
μολεῖν
μόλθακος
μολίβδινος
μόλιβδος
μόλις
μολοβρῑ́της
μολοβρός
μόλον
Μολοσσοί
μολοῦμαι
μολπάζω
μολπή
μολπηδόν
μολύβδαινα
μολύβδινος
μολυβδίς
View word page
μολοβρῑ́της
μολοβρῑ́τηςεωIon.mμολοβρός appos.w. σῦς swinewild boarHippon.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μολοβρῑ́της
Headword (normalized):
μολοβρῑ́της
Headword (normalized/stripped):
μολοβριτης
IDX:
26440
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26441
Key:
μολοβρῑ́της

Data

{'headword_display': '<b>μολοβρῑ́της</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μολοβρῑ́της</HL><Infl>εω</Infl><PS>Ion.m</PS><Ety><Ref>μολοβρός</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>appos.w. <Ref>σῦς</Ref> <ital>swine</ital></Indic><Tr>wild boar</Tr><Au>Hippon.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μολοβρῑ́της'}