Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μῑσανθρωπίᾱ
μῑσάνθρωπος
μισγάγκεια
μίσγω
μῑσέλλην
μῑσέω
μῑ́σημα
μῑσητέος
μῑσητίᾱ
μῑσητός
μισθάριον
μισθαρνέω
μισθαρνητικός
μισθαρνίᾱ
μισθαρνικός
μισθαρχίδης
μίσθιος
μισθοδοσίᾱ
μισθοδοτέω
μισθοδότης
μισθός
View word page
μισθάριον
μισθάριονουndimin.μισθός miserable feefor jury serviceAr.

ShortDef

a little fee

Debugging

Headword:
μισθάριον
Headword (normalized):
μισθάριον
Headword (normalized/stripped):
μισθαριον
IDX:
26296
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26297
Key:
μισθάριον

Data

{'headword_display': '<b>μισθάριον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μισθάριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>μισθός</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>miserable fee<Expl>for jury service</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μισθάριον'}