Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μῑξοβάρβαρος
μῑξοδίη
μῑξολῡδιστί
μῑσαγαθίᾱ
μῑσαθήναιος
μῑσαλέξανδρος
μῑσανθρωπίᾱ
μῑσάνθρωπος
μισγάγκεια
μίσγω
μῑσέλλην
μῑσέω
μῑ́σημα
μῑσητέος
μῑσητίᾱ
μῑσητός
μισθάριον
μισθαρνέω
μισθαρνητικός
μισθαρνίᾱ
μισθαρνικός
View word page
μῑσ-έλλην
μῑσ-έλληνηνοςmasc.adjμῑσέωἝλλην of foreignershaving a hatred of Greeksanti-GreekX. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μῑσέλλην
Headword (normalized):
μῑσέλλην
Headword (normalized/stripped):
μισελλην
IDX:
26290
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26291
Key:
μῑσέλλην

Data

{'headword_display': '<b>μῑσ-έλλην</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μῑσ-έλλην</HL><Infl>ηνος</Infl><PS>masc.adj</PS><Ety><Ref>μῑσέω</Ref><Ref>Ἕλλην</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of foreigners</Indic><Def>having a hatred of Greeks</Def><Tr>anti-Greek</Tr><Au>X. Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μῑσέλλην'}