Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μηχανόεις
μηχανοποιός
μηχανορραφέω
μηχανορράφος
μηχανοφόρος
μῆχαρ
μῆχος
μία
μιαίνω
μιαιφονέω
μιαιφονίᾱ
μιαιφόνος
μιαρίᾱ
μιαρός
μίασμα
μιασμός
μιάστωρ
μίγα
μιγάζομαι
μιγάς
μίγδα
View word page
μιαιφονίᾱ
μιαιφονίᾱᾱςf bloodthirstiness, murderousnessD. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μιαιφονίᾱ
Headword (normalized):
μιαιφονίᾱ
Headword (normalized/stripped):
μιαιφονια
IDX:
26198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26199
Key:
μιαιφονίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>μιαιφονίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μιαιφονίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>bloodthirstiness, murderousness</Tr><Au>D. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μιαιφονίᾱ'}