Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μητρίδιον
μητρικός
μητρίς
μητρόθεν
μητροκοίτης
μητροκτονέω
μητροκτόνος
μητροπάτωρ
μητρόπολις
μητροφόνος
μητροφόντης
μητρυιᾱ́
μητρῷος
μήτρως
μηχανάομαι
μηχανή
μηχάνημα
μηχάνησις
μηχανητικός
μηχανικός
μηχανιώτης
View word page
μητρο-φόντης
μητρο-φόντηςου
dial.μᾱτροφόντᾱς
m
matricideE. Arist.adj.of a serpent, fig.ref. to a manmatricidalE.of the pain of punishmentfor matricideA.dub.cj.

ShortDef

mother killer

Debugging

Headword:
μητροφόντης
Headword (normalized):
μητροφόντης
Headword (normalized/stripped):
μητροφοντης
IDX:
26176
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26177
Key:
μητροφόντης

Data

{'headword_display': '<b>μητρο-φόντης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μητρο-φόντης</HL><Infl>ου</Infl><DL><Lbl>dial.</Lbl><FmHL>μᾱτροφόντᾱς</FmHL><DInfl><FmInfl>ᾱ</FmInfl></DInfl></DL><PS>m</PS></HG> <nS1> <Tr>matricide</Tr><Au>E. Arist.</Au><SGrm><GLbl>adj.</GLbl><Indic>of a serpent, fig.ref. to a man</Indic><Def>matricidal</Def><Au>E.</Au><aS2><Indic>of the pain of punishment</Indic><Def>for matricide</Def><Au>A.<LblR>dub.cj.</LblR></Au></aS2></SGrm></nS1></NE>', 'key': 'μητροφόντης'}