Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μῆλον
μῆλον
μηλονόμᾱς
μηλονόμος
Μῆλος
μηλοσκόπος
μηλόσπορος
μηλοσφαγέω
μηλοτρόφος
μηλοφόνος
μηλοφόρος
μῆλοψ
μήν
μήν
μηνάς
μήνατο
μήνη
μηνιαῖος
μηνιάω
μῆνιγξ
μηνιθμός
View word page
μηλο-φόρος
μηλο-φόροςονadjμῆλον2φέρω of leaves, meton. for leafy branchesapple-bearingE.

ShortDef

bearing apples

Debugging

Headword:
μηλοφόρος
Headword (normalized):
μηλοφόρος
Headword (normalized/stripped):
μηλοφορος
IDX:
26115
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26116
Key:
μηλοφόρος

Data

{'headword_display': '<b>μηλο-φόρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μηλο-φόρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μῆλον<Hm>2</Hm></Ref><Ref>φέρω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of leaves, meton. for leafy branches</Indic><Tr>apple-bearing</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μηλοφόρος'}