Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μηλοβότᾱς
μηλοβοτήρ
μηλόβοτος
μηλογενής
μηλοδαΐκτᾱς
μηλοδόκος
μηλοθύτᾱς
μηλολόνθη
μῆλον
μῆλον
μηλονόμᾱς
μηλονόμος
Μῆλος
μηλοσκόπος
μηλόσπορος
μηλοσφαγέω
μηλοτρόφος
μηλοφόνος
μηλοφόρος
μῆλοψ
μήν
View word page
μηλο-νόμᾱς
μηλο-νόμᾱςdial.mμῆλανέμω pasturer of flocksshepherdE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μηλονόμᾱς
Headword (normalized):
μηλονόμᾱς
Headword (normalized/stripped):
μηλονομας
IDX:
26107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26108
Key:
μηλονόμᾱς

Data

{'headword_display': '<b>μηλο-νόμᾱς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μηλο-νόμᾱς</HL><Infl>ᾱ</Infl><PS>dial.m</PS><Ety><Ref>μῆλα</Ref><Ref>νέμω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>pasturer of flocks</Def><Tr>shepherd</Tr><Au>E.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μηλονόμᾱς'}