Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μήλειος
μήλειος
Μηλιακός
Μήλιοι
μηλίς
Μηλίς
μηλοβοσκός
μηλοβότᾱς
μηλοβοτήρ
μηλόβοτος
μηλογενής
μηλοδαΐκτᾱς
μηλοδόκος
μηλοθύτᾱς
μηλολόνθη
μῆλον
μῆλον
μηλονόμᾱς
μηλονόμος
Μῆλος
μηλοσκόπος
View word page
μηλογενής
μηλογενήςadjseeμᾱλογενής

ShortDef

sheep-born

Debugging

Headword:
μηλογενής
Headword (normalized):
μηλογενής
Headword (normalized/stripped):
μηλογενης
IDX:
26100
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-26101
Key:
μηλογενής

Data

{'headword_display': '<b>μηλογενής</b>', 'content': '<XE><HG><HL>μηλογενής</HL><PS>adj</PS></HG><XR>see<Ref>μᾱλογενής</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μηλογενής'}