Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μετεκδίδομαι
μετεκδύομαι
μετεκῑ́αθον
μετεμβαίνω
μετεμβιβάζω
μετέμισγον
μετέμμεναι
μετεννέπω
μετεντίθημι
μετεξαιρέομαι
μετεξέτεροι
μετέπειτα
μετέρχομαι
μετέσσυται
μετεύχομαι
μετέχω
μετέω
μετεωρίζω
μετεωροκοπέω
μετεωρολέσχης
μετεωρολογέω
View word page
μετ-εξέτεροι
μετ-εξέτεροιαι αpl.pron.adjἐκἕτερος some among otherssomefreq. w.gen.pl.of the full numberHdt.

ShortDef

some among many, certain persons

Debugging

Headword:
μετεξέτεροι
Headword (normalized):
μετεξέτεροι
Headword (normalized/stripped):
μετεξετεροι
IDX:
25984
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25985
Key:
μετεξέτεροι

Data

{'headword_display': '<b>μετ-εξέτεροι</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μετ-εξέτεροι</HL><Infl>αι α</Infl><PS>pl.pron.adj</PS><Ety><Ref>ἐκ</Ref><Ref>ἕτερος</Ref></Ety></HG> <aS1><Def>some among others</Def><Tr>some<Expl>freq. <GLbl>w.gen.pl.</GLbl>of the full number</Expl></Tr><Au>Hdt.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μετεξέτεροι'}