Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μετεκβαίνω
μετέκβασις
μετεκδίδομαι
μετεκδύομαι
μετεκῑ́αθον
μετεμβαίνω
μετεμβιβάζω
μετέμισγον
μετέμμεναι
μετεννέπω
μετεντίθημι
μετεξαιρέομαι
μετεξέτεροι
μετέπειτα
μετέρχομαι
μετέσσυται
μετεύχομαι
μετέχω
μετέω
μετεωρίζω
μετεωροκοπέω
View word page
μετ-εντίθημι
μετ-εντίθημιvb mid.transferw.acc.a cargoto another shipD.

ShortDef

to put into another place

Debugging

Headword:
μετεντίθημι
Headword (normalized):
μετεντίθημι
Headword (normalized/stripped):
μετεντιθημι
IDX:
25982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25983
Key:
μετεντίθημι

Data

{'headword_display': '<b>μετ-εντίθημι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μετ-εντίθημι</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><vSGrm><GLbl>mid.</GLbl><Tr>transfer<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>a cargo</Prnth>to another ship</Tr><Au>D.</Au></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'μετεντίθημι'}