Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέτειμι
μέτειμι
μετεῖναι
μετεῖναι
μετεῖπον
μετείς
μετείσομαι
μετείω
μετεκβαίνω
μετέκβασις
μετεκδίδομαι
μετεκδύομαι
μετεκῑ́αθον
μετεμβαίνω
μετεμβιβάζω
μετέμισγον
μετέμμεναι
μετεννέπω
μετεντίθημι
μετεξαιρέομαι
μετεξέτεροι
View word page
μετ-εκδίδομαι
μετ-εκδίδομαιmid.vb of a Roman husbandlend outone's wifeagainfor childbearingPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μετεκδίδομαι
Headword (normalized):
μετεκδίδομαι
Headword (normalized/stripped):
μετεκδιδομαι
IDX:
25974
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25975
Key:
μετεκδίδομαι

Data

{'headword_display': '<b>μετ-εκδίδομαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>μετ-εκδίδομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a Roman husband</Indic><Tr>lend out<Prnth>one's wife</Prnth>again<Expl>for childbearing</Expl></Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>", 'key': 'μετεκδίδομαι'}