Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
μετέῃσι
μετείθη
μετεικάς
μέτειμι
μέτειμι
μετεῖναι
μετεῖναι
μετεῖπον
μετείς
μετείσομαι
μετείω
μετεκβαίνω
μετέκβασις
μετεκδίδομαι
μετεκδύομαι
μετεκῑ́αθον
μετεμβαίνω
μετεμβιβάζω
μετέμισγον
μετέμμεναι
μετεννέπω
View word page
μετείω
μετείω
ep.subj.
see
μέτειμι
1
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μετείω
Headword (normalized):
μετείω
Headword (normalized/stripped):
μετειω
IDX:
25971
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25972
Key:
μετείω
Data
{'headword_display': '<b>μετείω</b>', 'content': '<XE><RefFm>μετείω<LblR>ep.subj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μέτειμι<Hm>1</Hm></Ref></XR> </XE>', 'key': 'μετείω'}