Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεταυτίκα
μεταῦτις
μεταφέρω
μετάφημι
μεταφορᾱ́
μεταφορέω
μεταφορικός
μεταφράζω
μετάφρασις
μετάφρενον
μεταφροντίζω
μεταφύομαι
μεταφωνέω
μεταχάζομαι
μεταχειρίζω
μεταχρόνιος
μεταχωρέω
μεταψαίρω
μετέᾱσι
μετεγγράφομαι
μετέγνων
View word page
μετα-φροντίζω
μετα-φροντίζωvb reconsider, rethinksthg.Ar.cj.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεταφροντίζω
Headword (normalized):
μεταφροντίζω
Headword (normalized/stripped):
μεταφροντιζω
IDX:
25949
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25950
Key:
μεταφροντίζω

Data

{'headword_display': '<b>μετα-φροντίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μετα-φροντίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>reconsider, rethink</Tr><Obj>sthg.<Au>Ar.<LblR>cj.</LblR></Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'μεταφροντίζω'}