Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
μέτασσος
μετάστασις
μεταστείχω
μεταστένω
μεταστοιχεί
μεταστοναχίζομαι
μεταστρατοπεδεύω
μεταστρεπτικός
μεταστρέφω
μεταστροφή
μετασχεῖν
μετάσχεσις
μετασχηματίζω
μετάταξις
μετατάσσω
μετατίθημι
μετατίκτω
μετατρέπω
μετατρέφομαι
μετατρέχω
μετατροπᾱ́
View word page
μετασχεῖν
μετασχεῖν
aor.2 inf.
see
μετέχω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μετασχεῖν
Headword (normalized):
μετασχεῖν
Headword (normalized/stripped):
μετασχειν
IDX:
25921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25922
Key:
μετασχεῖν
Data
{'headword_display': '<b>μετασχεῖν</b>', 'content': '<XE><RefFm>μετασχεῖν<LblR>aor.2 inf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μετέχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μετασχεῖν'}