Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μετασκευωρέομαι
μετασπάω
μετασπόμενος
μετασπών
μέτασσος
μετάστασις
μεταστείχω
μεταστένω
μεταστοιχεί
μεταστοναχίζομαι
μεταστρατοπεδεύω
μεταστρεπτικός
μεταστρέφω
μεταστροφή
μετασχεῖν
μετάσχεσις
μετασχηματίζω
μετάταξις
μετατάσσω
μετατίθημι
μετατίκτω
View word page
μετα-στρατοπεδεύω
μετα-στρατοπεδεύωvb move campX.mid. Plb. Plu.

ShortDef

to shift one's ground

Debugging

Headword:
μεταστρατοπεδεύω
Headword (normalized):
μεταστρατοπεδεύω
Headword (normalized/stripped):
μεταστρατοπεδευω
IDX:
25917
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25918
Key:
μεταστρατοπεδεύω

Data

{'headword_display': '<b>μετα-στρατοπεδεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μετα-στρατοπεδεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>move camp</Tr><Au>X.<LblR>mid.</LblR> Plb. Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'μεταστρατοπεδεύω'}