Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεταπειράομαι
μεταπειστός
μεταπεμπτέος
μετάπεμπτος
μεταπέμπω
μετάπεμψις
μεταπίπτω
μεταπλάττω
μεταποιέω
μεταπορεύομαι
μεταπρεπής
μεταπρέπω
μεταπτοέω
μετάπτωσις
μεταπύργιον
μεταρίθμιος
μεταρρέω
μεταρρῑ́πτω
μεταρρυθμίζω
μεταρσιολεσχίᾱ
μεταρσιόομαι
View word page
μεταπρεπής
μεταπρεπήςέςadjμεταπρέπω of a housestanding outconspicuous amongw.dat.the gods, i.e. their housesIl.

ShortDef

distinguished among

Debugging

Headword:
μεταπρεπής
Headword (normalized):
μεταπρεπής
Headword (normalized/stripped):
μεταπρεπης
IDX:
25893
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25894
Key:
μεταπρεπής

Data

{'headword_display': '<b>μεταπρεπής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεταπρεπής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μεταπρέπω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a house</Indic><Tr>standing out<or/>conspicuous among<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>the gods, i.e. their houses</Expl></Tr><Au>Il.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μεταπρεπής'}