Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μετανάστασις
μετανάστης
μετανιπτρίς
μετανῑ́σομαι
μετανίστημι
μετανοέω
μετάνοια
μεταξύ
μεταπαιφάσσομαι
μεταπαύομαι
μεταπαυσωλή
μεταπείθω
μεταπειράομαι
μεταπειστός
μεταπεμπτέος
μετάπεμπτος
μεταπέμπω
μετάπεμψις
μεταπίπτω
μεταπλάττω
μεταποιέω
View word page
μετα-παυσωλή
μετα-παυσωλήῆςf interval of restpausew.gen.in fightingIl.

ShortDef

rest between-whiles

Debugging

Headword:
μεταπαυσωλή
Headword (normalized):
μεταπαυσωλή
Headword (normalized/stripped):
μεταπαυσωλη
IDX:
25881
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25882
Key:
μεταπαυσωλή

Data

{'headword_display': '<b>μετα-παυσωλή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μετα-παυσωλή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>interval of rest</Def><Tr>pause<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>in fighting</Expl></Tr><Au>Il.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μεταπαυσωλή'}