Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεταμανθάνω
μεταμείβω
μεταμείγνῡμι
μεταμειπτός
μεταμέλει
μεταμέλεια
μεταμελητικός
μεταμέλομαι
μετάμελος
μεταμέλπομαι
μεταμίσγω
μεταμορφόομαι
μεταμπίσχομαι
μεταμφιέννυμαι
μεταμώνιος
μεταναγιγνώσκομαι
μεταναιετάω
μεταναιέτης
μετανάστασις
μετανάστης
μετανιπτρίς
View word page
μεταμίσγω
μεταμίσγωvbseeμεταμείγνῡμι

ShortDef

mix among

Debugging

Headword:
μεταμίσγω
Headword (normalized):
μεταμίσγω
Headword (normalized/stripped):
μεταμισγω
IDX:
25863
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25864
Key:
μεταμίσγω

Data

{'headword_display': '<b>μεταμίσγω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>μεταμίσγω</HL><PS>vb</PS></HG><XR>see<Ref>μεταμείγνῡμι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μεταμίσγω'}