Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέταλλον
μετάλμενος
μεταλωφέω
μεταμάζιος
μεταμαίομαι
μεταμανθάνω
μεταμείβω
μεταμείγνῡμι
μεταμειπτός
μεταμέλει
μεταμέλεια
μεταμελητικός
μεταμέλομαι
μετάμελος
μεταμέλπομαι
μεταμίσγω
μεταμορφόομαι
μεταμπίσχομαι
μεταμφιέννυμαι
μεταμώνιος
μεταναγιγνώσκομαι
View word page
μεταμέλεια
μεταμέλειαᾱςf regret, remorseover an actionTh. Pl. X. Arist. Plb. Plu.change of heart, second thoughtsover a decisionTh. Plb.

ShortDef

change of purpose, regret, repentance

Debugging

Headword:
μεταμέλεια
Headword (normalized):
μεταμέλεια
Headword (normalized/stripped):
μεταμελεια
IDX:
25858
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25859
Key:
μεταμέλεια

Data

{'headword_display': '<b>μεταμέλεια</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μεταμέλεια</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>regret, remorse<Expl>over an action</Expl></Tr><Au>Th. Pl. X. Arist. Plb. Plu.</Au></nS1><nS1><Tr>change of heart, second thoughts<Expl>over a decision</Expl></Tr><Au>Th. Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μεταμέλεια'}