Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάσσω
μετάλλᾱτος
μεταλλάω
μεταλλείᾱ
μεταλλεῖα
μεταλλεύς
μεταλλευτικός
μεταλλεύω
μεταλλήγω
μεταλλικός
μέταλλον
μετάλμενος
μεταλωφέω
μεταμάζιος
μεταμαίομαι
μεταμανθάνω
μεταμείβω
μεταμείγνῡμι
μεταμειπτός
View word page
μετα-λλήγω
μετα-λλήγωep.vbλήγωiteratv.impf.
μεταλλήγεσκον
cease, desistfr. doing sthg.AR.w.gen.fr. anger, toilIl. hHom. AR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεταλλήγω
Headword (normalized):
μεταλλήγω
Headword (normalized/stripped):
μεταλληγω
IDX:
25846
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25847
Key:
μεταλλήγω

Data

{'headword_display': '<b>μετα-λλήγω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μετα-λλήγω</HL><PS>ep.vb</PS><Ety><Ref>λήγω</Ref></Ety><FG><Tns><Lbl>iteratv.impf.</Lbl><Form>μεταλλήγεσκον</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>cease, desist<Expl>fr. doing sthg.</Expl></Tr><Au>AR.</Au><Cmpl><GLbl>w.gen.</GLbl>fr. anger, toil<Au>Il. hHom. AR.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'μεταλλήγω'}